Από τον Δημήτρη Πιπεράκη
Με τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. γ’ του Ν. 4441/2016 (ΦΕΚ Α’ 227/06-12-2016) δημιουργήθηκε ψηφιακή πλατφόρμα ηλεκτρονικής υποβολής και διαχείρισης αιτήσεων σύστασης εμπορικών εταιρειών (ΟΕ, ΕΕ, ΙΚΕ, ΕΠΕ, ΑΕ) και καταχώρησης αυτών στο ΓΕΜΗ.
Η εν λόγω διαδικασία εμφανίζει πολλά πλεονεκτήματα αλλά και σημαντικά μειονεκτήματα.
Ως προς τα πλεονεκτήματα:
– Το Γραμμάτιο Ενιαίου Κόστους Σύστασης ορίζεται στο 30% του προβλεπομένου για τις διαδικασίες εκτός της ηλεκτρονικής υποβολής.
– Δυνατότητα ηλεκτρονικής υποβολής αίτησης – εξουσιοδότησης προς την Υπηρεσία Μιας Στάσης (ΥΜΣ).
– Δυνατότητα ηλεκτρονικής κατάθεσης ηλεκτρονικής σύμβασης / καταστατικού της υπό σύσταση εταιρείας.
– Δυνατότητα ηλεκτρονικής κατάθεσης του Γραμματίου Ενιαίου Κόστους.
– Δυνατότητα ηλεκτρονικής κατάθεσης του τέλους υπέρ της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
– Σύσταση ΕΠΕ υπό τον όρο χρήσης προτύπου καταστατικού.
– Σύσταση ΑΕ υπό τον όρο χρήσης προτύπου καταστατικού
– Καταπολέμηση γραφειοκρατίας.
Ως προς τα μειονεκτήματα:
– Δεν μπορούν να συσταθούν εταιρείες για τις οποίες απαιτείται ο
συμβολαιογραφικός τύπος (πλην των περιπτώσεων σύστασης ΑΕ, ΕΠΕ υπό τον όρο χρήσης του προτύπου καταστατικού).
– Δεν μπορούν να συσταθούν αθλητικές ανώνυμες εταιρείες.
– Δεν μπορούν να συσταθούν τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρείες, εταιρείες επενδύσεων χαρτοφυλακίου και αμοιβαίου κεφαλαίου.
– Δεν μπορούν να συσταθούν εταιρείες που συστήνονται με νόμο.
– Δεν μπορούν να συσταθούν εταιρείες που προέρχονται από μετατροπές, συγχωνεύσεις, διασπάσεις υφισταμένων εταιρειών.
– Δεν μπορούν να συσταθούν εταιρείες για τη σύσταση των οποίων απαιτείται έγκριση από διοικητική αρχή.
– Απαιτείται η υποχρεωτική χρήση προτύπου καταστατικού. Τα εν λόγω καταστατικά είναι προδιατυπωμένα και συμπληρώνονται μόνο όσα στοιχεία διαφοροποιούν την υπό σύσταση εταιρεία από άλλες εταιρείες όμοιου εταιρικού τύπου. Το εν λόγω καταστατικό παρέχει μόνο τις απολύτως αναγκαίες διατάξεις που απαιτεί ο νόμος και για τα λοιπά ζητήματα παραπέμπει στις οικείες διατάξεις του νόμου.
Αυτή η πρόβλεψη αναγκάζει τους επιχειρηματίες και τις επιχειρήσεις να προσαρμόσουν τις ανάγκες και τις απαιτήσεις τους με βάση το πρότυπο καταστατικό αντί το καταστατικό να προσαρμόζεται στις ανάγκες του επιχειρηματία και της επιχείρησης. Έτσι, ενώ η επιχείρηση πρέπει να εκσυγχρονίζεται και να εξελίσσεται, θα παραμένει δέσμια του εκάστοτε προτύπου καταστατικού που θα προβλέπεται από τις οικείες νομοθετικές ρυθμίσεις. Επίσης, είναι γνωστό ότι το καταστατικό αποτυπώνει και επιμέρους συμφωνίες των εταίρων / μετόχων μεταξύ τους, διασφαλίζοντάς τους με αυτό τον τρόπο στο μέτρο που κάθε φορά είναι δυνατό. Η χρήση όμως του πρότυπου καταστατικού, δεν δύναται να παράσχει τέτοια υπηρεσία.
Ενώ λοιπόν η βούληση είναι ορθή, το στενό πεδίο εφαρμογής της e – ΥΜΣ και η υποχρεωτική χρήση προτύπων καταστατικών, καθιστά την νέα νομοθετική πρωτοβουλία ανεπαρκή.